Οι σιωπηλές ποιήτριες του αρχαίου κόσμου αποκτούν ξανά φωνή

0
361

Ο άγνωστος κόσμος των ποιητριών της αρχαιότητας έρχεται στο φως, με την παράσταση «Σιωπηλών Σπαράγματα» που αντλεί υλικό από το ομώνυμο βιβλίο του Θάνου Τσακνάκη και θα πραγματοποιηθεί στην Ελευσίνα, σε επιμέλεια Μιχαήλ Μαρμαρινού, μουσική Λένας Πλάτωνος, με ερμηνεύτρια τη Μαρία Φαραντούρη.

όσες αρχαίες ποιήτριες γνωρίζουμε; Οι περισσότεροι γνωρίζουμε μία, τη Σαπφώ, τη δέκατη μούσα, όπως την αποκαλούσε ο Πλάτωνας, και πλέον μπορούμε και να κατανοήσουμε γιατί η Σαπφώ είναι η «μήτρα όλων». Αν αποκαλούμε τον Όμηρο ποιητή των ποιητών, που με το έργο του είδαμε την κορύφωση μιας παράδοσης, δεν είναι καθόλου περίεργο ότι και η Σαπφώ αποτελεί την κορύφωση της δικής της παράδοσης. Άλλωστε δεν είναι καθόλου τυχαία η φήμη και η δημοφιλία της μέσα στους αιώνες.

Η ποίηση που μας άφησε έχει μεγάλη λογοτεχνική αξία. Η ίδια είναι πρωτοπόρος για την εποχή της, εισάγει ποιητικούς τρόπους, μέτρα, λέξεις, τη θεματική του αρχαϊκού λυρισμού, φέρνει στο προσκήνιο το πρώτο πρόσωπο, κάτι που κάνει στον καιρό της την ποίηση δημοφιλή, προσδίδοντάς της μια νέα δυναμική. Όπως μου εξηγεί ο Θάνος Τσακνάκης, συγγραφέας του βιβλίου «Των σιωπηλών σπαράγματα», στο οποίο συγκεντρώνει σπαράγματα ποιητριών που έμειναν για αιώνες στη σιωπή –πολλές από αυτές μάλιστα τις σκέπασε η λήθη–, στον αρχαϊκό λυρισμό οφείλει η ανθρωπότητα μια μεγάλη μετατόπιση από το τρίτο στο πρώτο πρόσωπο, προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για τη δημοκρατία, την έννοια του πολίτη, τα δικαιώματα και την ατομική ευθύνη.

Τον συναντώ με αφορμή την παράσταση «Σιωπηλών Σπαράγματα» που θα πραγματοποιηθεί την πανσέληνο νύχτα της 13ης Ιουλίου στην Ελευσίνα, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων 2023 ΕΛΕVΣΙΣ Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης σε επιμέλεια Μιχαήλ Μαρμαρινού, μουσική Λένας Πλάτωνος και με ερμηνεύτρια τη Μαρία Φαραντούρη, για να με ξεναγήσει στον άγνωστο εδώ και αιώνες κόσμο των γυναικείων ποιητικών φωνών από τον 7ο αιώνα π.Χ. έως τον 6ο μ.Χ. αιώνα και στο έργο που ετοιμάζονται να παρουσιάσουν.

Από τη Σαπφώ του μακρινού 7ου π.Χ. αιώνα ως την Αιλία Ευδοκία Αυγούστα (την Αθηναΐδα) του 6ου μ.Χ. αιώνα η γυναικεία ποιητική φωνή υπήρξε δραστήρια και της αξίζει ανυπερθέτως να ανασυρθεί από τη λήθη. Αν και διασώζονται μόνο ελάχιστα θραύσματα, είναι ικανά να δείξουν τη σπάνια αξία τους, λογοτεχνική, θεματική, συγκινησιακή.

Κάποιες από τις ποιήτριες αυτές τις γνώριζε ήδη από τις σπουδές του τη δεκαετία του ’80. «Εκτός από την ηγετική περίπτωση της Σαπφούς, η Κόριννα, η Νοσσίς, η Πράξιλλα, η Τελέσιλλα, με είχαν γοητεύσει από τότε. Η περιπέτεια της ζωής και οι ποικίλες δραστηριότητές μου στα σχολεία όπου εργάστηκα ως φιλόλογος για δεκαετίες κράτησαν αυτό το ενδιαφέρον στο συρτάρι, αλλά ποτέ δεν τις ξέχασα».

Από τη Σαπφώ του μακρινού 7ου π.Χ. αιώνα ως την Αιλία Ευδοκία Αυγούστα (την Αθηναΐδα) του 6ου μ.Χ. αιώνα η γυναικεία ποιητική φωνή υπήρξε δραστήρια και της αξίζει ανυπερθέτως να ανασυρθεί από τη λήθη. Αν και διασώζονται μόνο ελάχιστα θραύσματα, είναι ικανά να δείξουν τη σπάνια αξία τους, λογοτεχνική, θεματική, συγκινησιακή.

Η αναβίωσή τους έγινε εμμονή στον Θάνο Τσακνάκη, που μου εξηγεί ότι γνωρίζουμε σήμερα την ύπαρξη εξήντα τριών ποιητριών. Έχουμε λίγα σπαράγματα από τις δεκαοκτώ, κάποτε απλώς λίγες μοναχικές αράδες, κάποτε δίστιχα ή τετράστιχα, άλλοτε πάλι μικρές ολοκληρωμένες (υποθέτουμε) συνθέσεις. Από τις υπόλοιπες, τις πιο πολλές, έφτασε ως εμάς μονάχα το όνομά τους, συχνά συνοδευμένο από μια πληροφορία για την προσωπική τους ζωή, έναν τίτλο έργου τους που χάθηκε ή τη φήμη που διέθεταν στον καιρό τους ή κατοπινά.

Είναι ιστορικά ενδιαφέρον να πούμε ότι πολλές από αυτές τις γνωρίζουμε από λίβελους και δυσφημήσεις που παραδίδονται σε αρχαία κείμενα συγχρόνων τους ή μεταγενέστερων λημματιστών και λεξικογράφων ή ακόμα και συγγραφέων, οι οποίοι για ποικίλους λόγους παρέθεταν ονόματα Ελληνίδων ποιητριών προς επίδειξη λογιότητας.

«Η οξεία ευαισθησία και η συναισθηματική λεπτότητα των γυναικών αυτών ρίφθηκε βορά στην αδηφάγο ανασφάλεια ενός άνδρα συγγραφέα, ο οποίος στα πλαίσια της παρωδίας θεώρησε πνευματώδες να υπονομεύσει καλλιτεχνικά τις ομοερωτικές ποιήτριες, παρουσιάζοντάς τες να ικετεύουν η μία την άλλη για να απολαύσουν, έστω για λίγο, ένα δανεικό ομοίωμα πέους. Ίσως η Ευβούλη ή η Βιτάδα να ήταν ομότεχνες της Νοσσίδας ή τη Ήριννας», διαβάζω στο επίμετρο του βιβλίου.

«Ίσως αδικούμε τον συγγραφέα του μιμιάμβου Ηρώνδα καθώς η γκροτέσκα μορφή του δημιουργού του ομοιώματος είναι πιθανό να απηχεί τη μισογυνική ποίηση κάποιου ιαμβογράφου της εποχής του. Αν αληθεύουν αυτά, παρακολουθούμε εδώ έναν έμφυλο ποιητικό αγώνα μεταξύ δυο τάσεων, με ασαφή έκβαση».

«Η Σαπφώ άνοιξε τον δρόμο. Είναι γνωστό σε όλους πως είχε έντονη πολιτική παρουσία και λατρεύτηκε για αιώνες, η αναγνώρισή της υπήρξε μνημειώδης και αδιαπραγμάτευτη. Η Κόριννα θρυλείται πως νίκησε σε αγώνες τον Πίνδαρο οκτώ φορές –μάλλον υπερβολικός αριθμός, αλλά ενδεικτικός της αποδοχής της–, η Πράξιλλα αναφέρεται με θαυμασμό δύο φορές από τον Αριστοφάνη ως αγαπημένη και διάσημη για τα συμποτικά της τραγούδια, την Ανύτη, που δεν έφυγε ποτέ απ’ την Τεγέα, επισκέπτονταν βαθείς σοφοί για να τη γνωρίσουν, η Τελέσιλλα έγινε λαϊκός μύθος στο Άργος, κάποια Σμυρνιά Αριστοδήμη απέκτησε σπάνια πολιτικά δικαιώματα. Η στάση αποδοχής τους άλλαξε δραματικά πιθανόν στη ρωμαιοκρατία και σίγουρα με τον χριστιανισμό», λέει ο Θάνος Τσακνάκης.

«Μολονότι οι πηγές είναι ελάχιστες και σκόρπιες, σαν κι αυτές που ανέφερα προηγουμένως, δίνεται η δυνατότητα σχηματισμού ενός λίγο ως πολύ εύγλωττου πορτρέτου τους, άλλων λιγότερο, άλλων περισσότερο. Προσωπικά, ακόμα και η ύπαρξη ενός σκέτου ονόματος πυροδοτεί τη φαντασία μου, λειτουργεί πολλαπλασιαστικά, έντονα συγκινησιακά – και θέλω να μνημονεύεται. Έγραψα ένα μικρό ποίημα για όσες είχαν την ατυχία να μην έχει σωθεί τίποτα από το έργο τους –μέχρι τούδε τουλάχιστον– και τις ονόμασα Σιωπηλές. Αυτές θαρρώ τις αγαπώ περισσότερο απ’ όλες: “η Θεανώ, μονάχα αυτό, με θλίβει η σιωπή της…”. Η Λένα το έκανε ένα θαυμάσιο τραγούδι ως φινάλε στο μαγικό έργο που συνέθεσε», μου εξηγεί ο κ. Τσακνάκης.

Η αναζήτηση αυτή ξεκίνησε πριν από δυο χρόνια, όταν συνάντησε τη Μαρία Φαραντούρη –καλεσμένη από τους μαθητές του στο σχολείο όπου ο ίδιος διδάσκει και από το οποίο εκείνη αποφοίτησε, το ιστορικό 8ο των Κάτω Πατησίων– και έτσι γεννήθηκε η ιδέα να ειπωθεί η ιστορία αυτών των γυναικών, να αποδοθούν τα ποιήματά τους στη σημερινή γλώσσα και να γίνουν τραγούδια.

«Η Μαρία, με το γνωστό ασίγαστο πάθος της, λάτρεψε την ιδέα, την έκανε δική της και σκεφτήκαμε αυθορμήτως τη Λένα Πλάτωνος. Ήταν η μόνη που θα μπορούσε να φέρει το παρελθόν στο παρόν και στο μέλλον, γιατί η Λένα, ως καλλιτέχνις  και ως ύπαρξη, περιέχει τον χρόνο και το σύμπαν κατά τρόπο μοναδικό».

Η συνεργασία αυτή ξεκίνησε την ίδια περίοδο που η Τζούλια Τσιακίρη αποφάσισε να εκδώσει το βιβλίο από τις εκδόσεις Ροδακιό. Μέσα σε έναν κύκλο δημιουργικών συναντήσεων ο κ Τσακνάκης συνάντησε έναν νεαρό επιστήμονα, τον κλασικό φιλόλογο Γιώργο Πικράκη, ο οποίος έγινε γρήγορα συνεργός στο εγχείρημα.

Με την επιστημονική του σκευή και τον ενθουσιασμό του τον οδήγησε σε ποιήτριες που δεν γνώριζε και έτσι είναι εκείνος που ΄έγραψε το εμπεριστατωμένο επίμετρο του βιβλίου.

«Βρισκόμαστε μπροστά στην υπέροχη συγκυρία να συντελείται ένα μοναδικό μυστήριο: μια γυναίκα, ψυχή του σήμερα, δανείζει την εξαίσια φωνή της, δηλαδή την αναπνοή της, σε κάποια σπαράγματα σιωπής. Πρόκειται για σκιές, άδεια ονόματα απ’ το παρελθόν που παραλίγο να χαθούν οριστικά στο νεφέλωμα του αορίστου – γιατί αυτό είναι η λησμονιά. Το μουσείο, σημείο φιλόξενο υλικών και άυλων αγαλμάτων, αφήνει σήμερα εδώ μπροστά μας να φανεί  αυτό που είναι η τέχνη: τόπος ανάδυσης του άφατου, μια θεογονία. Χαρείτε, λοιπόν, ανάμεσα στα άλλα λευκά και αυτά εδώ τα αγάλματα που θα ακουστούν και θα μας ακουμπήσουν. Γιατί αυτό είναι άγαλμα, “παν εφ’ ω τις αγάλλεται”. Τι υπέροχη συγκυρία, εξαίσιες γυναίκες μπροστά μας να δανείζουν πνοή, φωνή, ζωή σε εξαίσιες γυναίκες του άλλοτε» μου λέει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός.

«Είναι επίσης χαρά που όλες αυτές οι Σκιές θα εμφανιστούν ξανά, αθόρυβα, αλλά όχι σιωπηλά, σε έναν άλλο τόπο μυστηρίων, την Ελευσίνα, και το έργο “Σιωπηλών Σπαράγματα” θα ακουστεί για πρώτη φορά ολόκληρο, ύστερα από αιώνες σιωπής».

«Οι ποιήτριες αυτές είναι γνωστές στους ειδικούς. Επιστημονικές ανακοινώσεις και εργασίες των Camillo Neri, sir Denys Lionel Page, Eva Maria Voigt, Peter Bing κ.ά., ονομάτων που θα βρει κανείς στο επίμετρο του βιβλίου, έφεραν στο φως την ύπαρξή τους», εξηγεί ο Θάνος Τσακνάκης. «Όμως αυτό δεν μου ήταν αρκετό. Ήθελα ένα ευρύτερο κοινό να τις μάθει κι έτσι ένιωσα την ανάγκη να συγκεντρωθούν σε ένα βιβλίο και κυρίως να γίνουν τραγούδια, να γίνουν με αυτόν τον τρόπο εύκολα προσπελάσιμες στον καθένα, να αγαπηθούν.

Στις περισσότερες περιπτώσεις διάλεξα να αποδοθούν στα νέα ελληνικά τα πιο χαρακτηριστικά ή αγαπημένα μου σπαράγματα. Μετά είχα την ανάγκη να τις παρουσιάσω στον κόσμο απλά, χωρίς να χρειάζεται να ψάξει κανείς πληροφορίες για τον βίο  τους. Έτσι γράφτηκαν οι λυρικές πρόζες που συνοδεύουν την καθεμιά, μικρές ποιητικές αφηγήσεις που μας τις συστήνουν διακριτικά, τόσο στο βιβλίο όσο και στο έργο της Πλάτωνος, όπου συναντάμε μια αφηγήτρια και μια αοιδό».

Οι φωνές τους, τα θέματά τους, ο τρόπος τους, οι ζωές τους είναι όλα συγκλονιστικά. Ο συγγραφέας του βιβλίου αφήνει να μιλήσουν οι ίδιες: η Ανύτη είναι η πρώτη που έγραψε επιτύμβια για ζωάκια και έντομα, που λάτρεψε τους βοσκούς και τους διαβάτες, αναδεικνύοντας με χαμηλόφωνη, αλλά δοξαστική σωφροσύνη την αξία της φύσης και του απλού καθημερινού  ανθρώπου. Η Τελέσιλλα μιλά τόσο επίκαιρα για το αναφαίρετο δικαίωμα της γυναίκας να έχει μερίδιο στη ζωή. Η Ήριννα δόξασε την παιδική κοριτσίστικη φιλία και έκλαψε μοναδικά την απώλεια της φίλης και της ανεπίστρεπτης παιδικότητας. Η Πράξιλλα, με τον «Θρήνο Αδώνιδος», άφησε ένα μικρό αριστούργημα για τις σημαντικές προτεραιότητες της ανθρώπινης βιοτής που τελευτά. «Υπάρχουν πολλά ακόμα, αφοπλιστικά όμορφα και αληθινά, που αφήνω να ανακαλύψετε στο βιβλίο και στο έργο της Πλάτωνος με τη φωνή της Φαραντούρη», λέει.

Μιλώντας με τη Μαρια Φαραντούρη για το έργο, μου αποκαλύπτει πόσο αιφνιδιάστηκε και ενθουσιάστηκε όταν έμαθε γι’ αυτό και σκέφτηκε αμέσως ότι κρατά στα χέρια της κάτι μοναδικό. «Οι περισσότερες από αυτές τις ποιήτριες μιλούν για σύγχρονα θέματα και διαχρονικά προβλήματα, για την ισότητα, για τη σχέση του σύγχρονου ανθρώπου με τη φύση, για τον έρωτα. Αυτό με συγκίνησε βαθιά και σκεφτήκαμε με τον Θάνο Τσακνάκη έναν τρόπο να αξιοποιήσιμε αυτό το έργο. Σκεφτήκαμε τη Λένα Πλάτωνος που το αντιμετώπισε με μεγάλο ενδιαφέρον, το ξεχώρισε και του έδωσε έναν τόνο πολύ ειδικό με τον ηλεκτρονικό της ήχο, ενώ ταυτόχρονα στηρίχτηκε στην παράδοση της αρχαιοελληνικής κλίμακας, σε στοιχεία από το παραδοσιακό τραγούδι. Ήξερε πολύ καλά πού θα μας οδηγούσε και μέσα στα δύο αυτά χρόνια φτιάξαμε αυτήν τη δουλειά. Από την πλευρά του ο Θάνος μας κατηύθυνε ώστε να γνωρίσουμε καθεμία από αυτές τις ποιήτριες, τι γράφει και πώς το εκφράζει μέσα στην εποχή της, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.

Με αυτή την ομάδα κάναμε μια πρώτη παρουσίαση ενός μέρους αυτού του έργου σε μια κλειστή εκδήλωση στο Μουσείο της Ακρόπολης, αλλά στην Ελευσίνα θα το παρουσιάσουμε ολοκληρωμένο για πρώτη φορά. Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός είδε την αξία του και όταν το άκουσε συγκλονίστηκε. Κάνει τη σκηνοθετική επιμέλεια, δίνοντας με τη σειρά του τον δικό του τόνο. Όλη η ιστορία προέρχεται από τον Θάνο όμως, είναι ένα συγκλονιστικό έργο που δεν έπρεπε να χάσει καθόλου την αξία του ούτε στον τρόπο που τραγουδιέται ούτε στον τρόπο που ερμηνεύεται από τους πολύ καλούς μουσικούς. Ελπίζουμε ότι αυτή η εργασία όλων μας θα συγκινήσει βαθιά, γιατί δεν γράφονται πια έργα από συνθέτες».

Τονίζοντας την αξία αυτού του κύκλου τραγουδιών, η Μαρία Φαραντούρη εξηγεί ότι σήμερα, μέσα στη βιομηχανία της μουσικής, δεν υπάρχουν συνθέσεις και σοβαρές εργασίες, π.χ. έργα που αφορούν κύκλους τραγουδιών.

«Είχα πολλά χρόνια να ακούσω κύκλους τραγουδιών, μελοποιημένη ποίηση», λέει. «Από τότε που σταμάτησαν οι μεγάλοι και οι μεταγενέστεροι αυτών, δηλαδή του Μάνου και του Μίκη, ο Σαββόπουλος, ο Ξαρχάκος, ο Μικρούτσικος… Γι’ αυτόν τον λόγο πιστεύω ότι το έργο έχει αξία και από αυτήν τη μεριά. Όλοι παραπονιόμαστε ότι αυτά δεν υπάρχουν σήμερα. Να λοιπόν που έρχεται αυτός ο κύκλος τραγουδιών να καλύψει αυτό το κενό και είμαι πολύ αισιόδοξη ότι θα πυροδοτήσει το ενδιαφέρον των ανθρώπων γενικά γύρω από αυτά τα σημαντικά έργα των γυναικών ποιητριών αλλά και  των νέων μουσικών και επιστημόνων, αυτών που αγαπούν τη σύγχρονη μουσική».

Πηγή: lifo.gr